Το πεπτικό σύστημα των πτηνών συντροφιάς.

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΕΛΕΚΟΣ            ΖΩΟΤΕΧΝΟΛΟΓΟΣ
digestivesystem3ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. Φυσιολογία του πεπτικού συστήματος.
2. Περιγραφή και λειτουργία του πεπτικού σωλήνα: Ράμφος – γλώσσα. Οισοφάγος – πρόλοβος. Αδενώδης στόμαχος. Μυώδης στόμαχος. Έντερο (λεπτό – παχύ). Εντερικά τυφλά. Συμπληρωματικοί αδένες (συκώτι – πάγκρεας).
3. Βιβλιογραφία.

1. ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΠΕΠΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Κατά την ανταλλαγή της ύλης στο σώμα των πτηνών, επιτελείται διαρκής αποσύνθεση, καύση και κατανάλωση συστατικών του. Αυτό αποδεικνύουν οι ουσίες που αποβάλλονται από τον οργανισμό ως προϊόντα του μεταβολισμού της ύλης (CO2, ουρία κλπ.).
Η συνεχόμενη αυτή κατανάλωση των συστατικών του σώματος θα επέφερε αργά ή γρήγορα τη φθορά του οργανισμού και το θάνατο, εάν δεν αναπληρώνονταν τα φθειρόμενα συστατικά με άλλα όμοια, που προσλαμβάνονται από το πτηνό με την τροφή. Η τροφή των πτηνών πρέπει να αποτελείται από θρεπτικές ουσίες που μπορούν να αξιοποιηθούν από τον οργανισμό τους, έτσι ώστε να συνεχιστεί η επιτέλεση των λειτουργιών του σώματός τους. 
Το πεπτικό σύστημα των πτηνών χρησιμεύει στην πέψη αυτών των θρεπτικών ουσιών των τροφών. Ο σκοπός της πέψης είναι η προετοιμασία των θρεπτικών ουσιών για την απορρόφησή τους από τα τοιχώματα του εντέρου και από εκεί μέσω της κυκλοφορίας του αίματος, στα όργανα και τους ιστούς του πτηνού για την ανάπτυξη και λειτουργία τους.
Η πέψη στα πτηνά συντελείται σε διάφορα στάδια και διακρίνεται σε μηχανική και χημική. Η μηχανική πέψη συντελείται κυρίως στον μυώδη στόμαχο με την άλεση της τροφής (που έχει διαποτιστεί από τις εκκρίσεις του προλόβου) σε μικρότερα τεμάχια με την συμβολή μικρών χαλικιών, για να επέλθει στην συνέχεια η χημική πέψη ευκολότερα.
Η χημική πέψη συντελείται με την βοήθεια των ενζύμων και είναι η διάσπαση των μεγαλομοριακών χημικών ενώσεων (πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπη), σε απλούστερες μορφές και με μικρότερο μοριακό βάρος ενώσεις όπως τα αμινοξέα, τα απλά σάκχαρα και η γλυκερίνη αντίστοιχα.
Η πέψη στα πτηνά συντροφιάς, συντελείται σε μικρότερο βαθμό και με την βοήθεια ορισμένων μικροοργανισμών. Οι διασπάσεις των τροφών με την βοήθεια των μικροοργανισμών ονομάζονται ζυμώσεις. Οι μικροοργανισμοί διασπούν τους υδατάνθρακες, τα λίπη και τις αζωτούχες ουσίες. Από τα προϊόντα της διασπάσεως, παίρνουν ενέργεια για την ζωή τους και υλικά για να συνθέσουν πρωτεΐνες καθώς και βιταμίνες, εκτός από τις Α,D, E, ενώ η Κ3 (μεναδιόνη) παρασκευάζεται σε μικρές ποσότητες όπως και η βιταμίνη Β.

2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΠΕΠΤΙΚΟΥ ΣΩΛΗΝΑ
Ο πεπτικός σωλήνας ξεκινάει από το ράμφος και καταλήγει στον πρωκτό και αποτελείται από τα εξής μέρη (σχ. 1):
1) Το ράμφος και την γλώσσα.
2) Τον οισοφάγο και τον πρόλοβο.
3) Τον αδενώδη στόμαχο.
4) Τον μυώδη στόμαχο.
5) Το έντερο (λεπτό – παχύ).
6) Τα εντερικά τυφλά.
7) Την αμάρα.
Τους συμπληρωματικούς αδένες (συκώτι – πάγκρεας).

1. Ράμφος – γλώσσα
Το ράμφος των πτηνών συντροφιάς αποτελείται από δύο κεράτινα ελάσματα τύπου σιαγόνων και παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία στο μέγεθος στο σχήμα και στην δύναμη. Στα περισσότερα finches και στα καναρίνια είναι κινητό μόνο το κάτω μέρος του ελάσματος. Ανάλογα με το είδος, το ράμφος μεγαλώνει από 1 – 2 ίντσες το χρόνο και χρησιμεύει κυρίως για την συλλογή, το ξεφλούδισμα και το σπάσιμο των σπόρων για τα σποροφάγα πτηνά, ή την σύλληψη των σκουληκιών και των εντόμων στα εντομοφάγα πτηνά. Το σχήμα του ράμφους στα σποροφάγα, κυμαίνεται από μεγάλα δυνατά και γυριστά σαν άγκιστρο ράμφη όπως στους παπαγάλους, μέχρι μικρά κωνοειδή ράμφη όπως στα finches και τα καναρίνια. Το κόψιμο ή το τρόχισμα του ράμφους είναι απαραίτητο σε αυτά τα είδη. Η χορήγηση προϊόντων ασβεστίου, βιταμινών και ιχνοστοιχείων σε σκληρή συμπαγή μορφή (πέτρες, σουπιοκόκαλα κά) αποτελεί μια καλή λύση τροχίσματος του ράμφους από τα ίδια τα πτηνά.
Το ξεφλούδισμα και το σπάσιμο των σπόρων σε μικρότερα τεμάχια επιτυγχάνετε με τις συνδυασμένες κινήσεις του ράμφους και της γλώσσας. Κάθε σπόρος τοποθετείται στην κοιλότητα του ουρανίσκου η οποία εμφανίζει δύο λοφία (εξογκώματα) αρκετά ανεπτυγμένα στα σποροφάγα Passeriformes, τα οποία χρησιμεύουν για να συγκρατείται ο σπόρος στο πάνω τμήμα του ράμφους. Κατόπιν το πτηνό κόβει το τσόφλι με γρήγορες κινήσεις του κατώτερου ράμφους, το οποίο είναι κοφτερό στα άκρα. Κατά την διάρκεια αυτών των κινήσεων η άκρη της γλώσσας φέρει τον σπόρο, ο οποίος ρίχνεται από την μια πλευρά στην άλλη, στο εσωτερικό του ράμφους, έως ότου σπάσει το τσόφλι.
Το σχήμα του ράμφους στα εντομοφάγα πτηνά είναι συνήθως λεπτό και μακρύ για την σύλληψη των σκουληκιών και των εντόμων από τις οπές του έδαφος ή των δέντρων. Το ίδιο σχήμα του ράμφους έχουν και τα νεκταροφάγα πτηνά, τα οποία έτσι καταφέρνουν να φτάνουν στο εσωτερικό των λουλουδιών και να αντλήσουν το νέκταρ.
Η γλώσσα είναι συνήθως σκληρή και οξύληκτη και καλύπτεται από κερατινοποιημένο επιθήλιο. Στο πίσω πάνω μέρος της υπάρχουν τριχοειδής θηλές με τις οποίες τα πτηνά ωθούν τις τροφές προς τον πρόλοβο, όταν η γλώσσα κινείται από εμπρός προς τα πίσω. Η υπερώα είναι ατελείς επιτρέποντας έτσι την επικοινωνία της στοματικής με την ρινική κοιλότητα. Το κοντινότερο προς το κεφάλι του πτηνού τμήμα του ράμφους, παρουσιάζει σημαντική αιμάτωση και μεγάλο αριθμό νευρικών απολήξεων, ενώ το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει προς την άκρη του.
Τα πτηνά διαθέτουν επίσης σιελογόνους αδένες, γενικώς καλά ανεπτυγμένους σε σποροφάγα και εντομοφάγα πτηνά. Οι σιελογόνοι αδένες των πτηνών, εκτός από
μερικές εξαιρέσεις, δεν εκκρίνουν πεπτικά ένζυμα, παρά μόνο βλέννες οι οποίες λιπαίνουν τις τροφές ευνοώντας την δίοδό τους προς τον πρόλοβο. Αυτό είναι σημαντικό στα πτηνά που διατρέφονται με σπόρους και έντομα, ενώ π.χ τα πτηνά που τρέφονται με ψάρια καθώς δεν χρειάζεται να λιπαίνουν την τροφή, έχουν λιγότερο ανεπτυγμένες τις σιελογόνους αδένες.

2. Οισοφάγος – πρόλοβος
Ο οισοφάγος αποτελεί το πρώτο τμήμα του πεπτικού σωλήνα και χαρακτηρίζεται από την μεγάλη του ικανότητα να διογκώνεται. Πριν από την είσοδό του στην θωρακική κοιλότητα σχηματίζει ένα είδος σακούλας τον πρόλοβο, όπου η τροφή αποθηκεύεται παροδικά και διαποτίζεται από την σίελο, τις βλεννώδεις εκκρίσεις του προλόβου και το νερό.
Ο πρόλοβος μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανεπτυγμένος και διαφορετικών σχημάτων μεταξύ των διαφόρων πτηνών και των πτηνών συντροφιάς.
Τα περισσότερα πτηνά όπως τα ορνιθοειδή, τα στρουθιόμορφα (Passeriformes), τα ψιττακοειδή και τα καναρίνια, έχουν μονόλοβο καλά ανεπτυγμένο, ιδιαίτερα ευδιάκριτο μετά το γεύμα και εγκάρσιως προσανατολισμένο στην περιοχή του λαιμού. Τα περιστέρια έχουν δίλοβο πρόλοβο, ο οποίος κατά την περίοδο της αναπαραγωγής παράγει ειδικό έκκριμα το «γάλα προλόβου» (grop milk) για την θρέψη των νεοσσών. Τα στεγανόποδα (χήνες, πάπιες) στερούνται προλόβου.
Στην πλειοψηφία των πτηνών, ούτε ο οισοφάγος ούτε ο πρόλοβος παράγουν πεπτικά ένζυμα, αλλά συνεχίζεται η δράση της α – αμυλάσης του σιέλου επί του αμύλου και επιπλέον λαμβάνει χώρα κάποια μικρή ζυμωτική βακτηριακή δραστηριότητα επί των σακχάρων, με αποτέλεσμα την παραγωγή οργανικών οξέων όπως γαλακτικό, οξικό,
προπιονικό και βουτυρικό.
Μικρής έκτασης πέψη μπορεί επίσης να λαμβάνει χώρα από εξωγενή ένζυμα και από το γαστρικό υγρό που αναρροφάτε από τον αδενώδη στόμαχο.
Η διάρκεια παραμονής της τροφής στον πρόλοβο εξαρτάται από το είδος και την ποσότητά της. Οι ξηρές τροφές παραμένουν περισσότερο παρά οι υδαρείς. Το PH του προλόβου είναι γύρο στο 6. Η κινητικότητά του διασφαλίζεται με περισταλτικές κινήσεις, των οποίων η συχνότητα και η ένταση ποικίλλει ανάλογα με το τροφικό του περιεχόμενο και την νευρική κατάσταση του πτηνού.

3. Αδενώδεις στόμαχος
Μετά τον πρόλοβο ο οισοφάγος στενεύει για ορισμένο διάστημα και στην συνέχεια διογκώνεται και σχηματίζει τον αδενώδη στόμαχο, ο οποίος έχει παχιά τοιχώματα. Η τροφή εδώ δεν αποθηκεύεται αλλά αναμειγνύεται με το εκκρινόμενο γαστρικό οξύ, το οποίο περιέχει πεπτικά ένζυμα όπως η πεψίνη (για την πέψη των πρωτεϊνών) και υδροχλωρικό οξύ.
Η έκκριση του γαστρικού υγρού, αρχίζει με την είσοδο της τροφής στο ράμφος και τον οισοφάγο και με την επίδραση ακουστικών (αλλά όχι οπτικών) ερεθισμάτων.
Η κινητικότητα στον αδενώδη στόμαχο έχει την μορφή περισταλτικών κινήσεων με συχνότητα 1 σύσπαση ανά λεπτό. Στον στόμαχο αυτό η πέψη είναι ασήμαντη λόγο του μικρού χρόνου παραμονής της τροφής (< 1 λεπτού) και της μεγάλης τιμής του PH (3,5 – 4,5) από την άριστη τιμή για την δράση της πεψίνης.
Τέλος, η κινητικότητα του οισοφάγου, του προλόβου και του αδενώδη στόμαχου, οφείλεται κυρίως στην διέγερση του παρασυμπαθητικού συστήματος.

4. Μυώδης στόμαχος
Είναι ένα σφαιροειδές πεπλατυσμένο μυώδες όργανο, το οποίο συνδέεται με τον αδενώδη στόμαχο για την είσοδο της τροφής και με το έντερο όπου γίνεται η έξοδός της. Κύρια λειτουργία του είναι η σύνθλιψη και το άλεσμα της τροφής, δηλαδή η μηχανική πέψη. Το άλεσμα πετυχαίνεται με την παρουσία μικρών κόκκων άμμου ή χαλικιών και των συστολών του στομάχου.
Αυτή η λειτουργία ευνοεί ιδιαίτερα τα πτηνά συντροφιάς τα οποία δεν ξεφλουδίζουν τους σπόρους ή τους καρπούς, όπως πχ τα πτηνά της οικογένειας των κορυδαλλών (Alaudidae) με κυριότερο εκπρόσωπο την γαλιάντρα και το τουρλί.
Αντίθετα στα πτηνά που ξεφλουδίζουν τους σπόρους, η μηχανική πέψη είναι μικρής σημασίας και η έλλειψη της άμμου δεν επηρεάζει σημαντικά την πεπτικότητα της τροφής.
Στον μυώδη στόμαχο γίνεται και μερική πέψη των πρωτεϊνών, λόγο του άριστου PH (2 – 3,5) που έχει για την δράση της πεψίνης, καθώς και μερική διάλυση των αλάτων.
Όταν το στομάχι είναι άδειο, παραμένει ακίνητο και η ρυθμική σύσπασή του αρχίζει με την είσοδο της τροφής. Ο ρυθμός των συσπάσεων των μυών του είναι ανάλογος με το είδος του πτηνού και την σκληρότητα της τροφής και συνήθως κυμαίνεται από 3 – 4 το λεπτό.

5. Λεπτό έντερο
Το έντερο αρχίζει από τον μυώδη στόμαχο, έχει αρκετό μήκος και διακρίνεται στο λεπτό και το παχύ. Το λεπτό έντερο είναι μεγαλύτερου μήκους και ομοιόμορφης διατομής και καλύπτεται από αναρίθμητες μικρές προεξοχές, τις λεγόμενες λάχνες, που αυξάνουν την συνολική επιφάνεια απορρόφησης.
Το αρχικό μέρος του ονομάζεται δωδεκαδάκτυλος, είναι σχήματος θηλιάς, στο εσωτερικό της οποίας βρίσκεται το πάγκρεας. Στον δωδεκαδάκτυλο εκβάλλει ο χοληδόχος πόρος και ο εκφορητικός πόρος του παγκρέατος και γίνεται η απορρόφηση της βιταμίνης Α.
Το υπόλοιπο τμήμα του λεπτού εντέρου είναι περιτυλιγμένο σπειροειδώς και καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της κοιλιακής χώρας. Το PH του κυμαίνεται από 5,6 – 6,9. Τα τοιχώματα του λεπτού εντέρου έχουν αδένες που εκκρίνουν το εντερικό υγρό, που περιέχει ένζυμα (πεψίνη, α – αμυλάση, μαλτάση, σουκράση κλπ) για την συμπλήρωση της διαδικασίας της πέψης. Η πεψίνη είναι ένα πρωτεϊνολυτικό ένζυμο που βοηθά στην τελική διάσπαση των πρωτεϊνών σε αμινοξέα. Τα υπόλοιπα βοηθούν στην διάσπαση του αμύλου και των δισακχαριτών σε απλά σάκχαρα. Τα ένζυμα εμφανίζονται σε ικανοποιητική ποσότητα περίπου επτά ημέρες μετά την εκκόλαψη των νεοσσών.
Στο λεπτό έντερο γίνεται η απορρόφηση των αλάτων και άλλων διαλυτών θρεπτικών συστατικών, ενώ η απορρόφηση των λιπών γίνεται κυρίως στο δεύτερο μισό του λεπτού εντέρου.
Η μεγάλη σημασία του λεπτού εντέρου έγκειται στο ότι σε αυτό λαμβάνει χώρα το μεγαλύτερο μέρος της πέψης και κυρίως η πρωτεολυτική φάση, δηλαδή η διάσπαση
των πρωτεϊνών, με την συνδυασμένη δράση του γαστρικού, του παγκρεατικού, του εντερικού υγρού και της χολής.
Στο λεπτό έντερο υπάρχει επίσης μικροχλωρίδα, η οποία δεν έχει ταυτοποιηθεί πλήρως στα διάφορα είδη των πτηνών συντροφιάς. Η συμβολή της στην πέψη είναι περιορισμένη για τους εξής λόγους:
α) Η παραμονή της τροφής στο λεπτό έντερο των πτηνών συντροφιάς είναι μικρή. Είναι αξιοσημείωτο να αναφέρουμε ότι σε ορισμένα είδη η τροφή διασχίζει ολόκληρο τον πεπτικό σωλήνα σε 20 μόνο λεπτά!
β) Τα πτηνά στερούνται εξειδικευμένου τμήματος του πεπτικού σωλήνα με ανεπτυγμένη μικροβιακή χλωρίδα για την παραγωγή βακτηριακής πρωτεΐνης και βιταμινών, όπως συμβαίνει π.χ στα μηρυκαστικά.
Τα διάφορα βακτήρια της χλωρίδας των πτηνών, συνθέτουν τα δικά τους αμινοξέα χρησιμοποιώντας αμμωνία σαν κύρια πηγή αζώτου. Η συγκέντρωση όμως
της αμμωνίας εξαρτάται από την ποσότητα και την διαλυτότητα της πρωτεΐνης της τροφής, δηλαδή την βιολογική της αξία, σε αντίθεση με τα μηρυκαστικά ζώα που δεν χρειάζονται πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας.
Η έλλειψη για παράδειγμα της λυσίνης (αμινοξύ υψηλής βιολογικής αξίας) στην διατροφή των πτηνών, εμποδίζει την απορρόφηση των καροτενοειδών στο λεπτό έντερο. Συνεπώς η ύπαρξη επαρκών ποσοτήτων βιταμινών καθώς και πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας, είναι ζωτικής σημασίας στην διατροφή των πτηνών συντροφιάς στα διάφορα στάδια της ζωής τους.
Το λεπτό έντερο εμφανίζει περισταλτικές κινήσεις και κινήσεις αναμίξεως που οφείλονται κυρίως στο μυεντερικό πλέγμα του Auerbach και ελάχιστα στο παρασυμπαθητικό σύστημα. Με αυτές επιτυγχάνεται η δίοδος της τροφής προς τα κατώτερα μέρη του εντέρου και μαζί με την έκκριση των πεπτικών υγρών (γαστρικό, παγκρεατικό, εντερικό και χολή) και την ωφέλιμη μικροχλωρίδα, η απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών.
Ο χρόνος διόδου της τροφής εξαρτάται από την υφή, την σκληρότητα, την υγρασία και την ποσότητα της τροφής. Στα νεαρά πτηνά είναι ταχύτερη από ότι στα ενήλικα. Επίσης η κινητικότητα του εντέρου και η έκκριση του γαστρικού υγρού αναστέλλονται με την παρουσία αδρεναλίνης, η οποία παράγεται από την χολή σε περιπτώσεις στρεσαρίσματος.
Το παχύ έντερο αποτελεί συνέχεια του λεπτού. Ιστολογικά μοιάζει με το λεπτό, έχει εσωτερικά λάχνες αλλά οι αδένες του εκκρίνουν μόνο βλέννα και όχι ένζυμα. Είναι πιο κοντό και πιο ευρύ από το λεπτό έντερο και εκβάλλει στην αμάρα. Στο παχύ έντερο γίνεται απορρόφηση νερού, αποθήκευση περιττωμάτων, αλλά ελάχιστη βακτηριακή ζύμωση. Η ταχύτητα απορρόφησης του νερού είναι μεγάλη. Η γλυκόζη επίσης απορροφάται με τετραπλάσια ταχύτητα απ’ότι στα θηλαστικά.
Το παχύ έντερο εμφανίζει περισταλτικές και αντιπερισταλτικές κινήσεις με μεγαλύτερη συχνότητα από τα εντερικά τυφλά. Έτσι μικρό μόνο μέρος του χυμού από το παχύ έντερο εισέρχεται στα τυφλά, ενώ το μεγαλύτερο μέρος προωθείται προς την αμάρα.

6. Εντερικά τυφλά
Τα τυφλά έντερα βρίσκονται στην ένωση του λεπτού και παχέως εντέρου δηλ. στο σημείο εκείνο που τελειώνει το λεπτό έντερο και ξεκινάει το παχύ.
Είναι δύο σακοειδείς αποφύσεις αρκετού μήκους, των οποίων η λειτουργία δεν είναι πλήρως γνωστή. Παρά την ύπαρξη μικροχλωρίδας και την μακρά παραμονή της τροφής σε αυτά, η πέψις των ινωδών ουσιών και η παραγωγή βιταμίνης Β και Κ είναι μικρή. Στα τυφλά εισέρχεται περίπου το 15% του περιεχομένου του λεπτού εντέρου και είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην παρουσία αδρεναλίνης σε περιπτώσεις στρεσαρίσματος των πτηνών.

7. Αμάρα
Η αμάρα είναι ένα διευρυμένο κομμάτι του πεπτικού σωλήνα και συνδέεται με το παχύ έντερο. Είναι κοινός χώρος του πεπτικού, ουρικού και γεννητικού αγωγού.
Σε αυτή δηλαδή καταλήγουν τα περιττώματα από το παχύ έντερο, τα ούρα από τα νεφρά και τα αυγά από τον ωαγωγό, όπου και προωθούνται στον πρωκτό (στόμιο της αμάρας) και απομακρύνονται από το σώμα του πτηνού.

8. Συμπληρωματικοί αδένες
α) Συκώτι
Είναι ο μεγαλύτερος αδένας του σώματος και αποτελείται από δύο λοβούς. Παράγει την χολή η οποία περιέχει βλεννίνη και χολικά άλατα. Δύο αγωγοί μεταφέρουν την χολή από το συκώτι στο δωδεκαδάκτυλο. Ο ένας από τον δεξιό λοβό του συκωτιού
διευρύνεται και σχηματίζει την χοληδόχο κύστη όπου συγκεντρώνεται και αποθηκεύεται η χολή η οποία περιέχει:
1. Τοξικές ή βλαπτικές ουσίες που πρέπει να απομακρύνονται συνεχώς από τον οργανισμό του πτηνού.
2. Πεπτικά ένζυμα τα οποία πρέπει να εκκρίνονται μόνο όταν γίνεται η πέψη των τροφών.

β) Πάγκρεας
Βρίσκεται μεταξύ των δύο παράλληλων διπλώσεων του δωδεκαδάκτυλου. Εκκρίνει το παγκρεατικό υγρό το οποίο εξουδετερώνει τις όξινες εκκρίσεις του αδενώδους στομάχου και περιέχει αμυλολυτικά, λιπολυτικά και πρωτεϊνολυτικά ένζυμα με τα οποία επιτυγχάνεται η υδρόλυση του αμύλου των λιπών και των πρωτεϊνών.
Η εκροή του παγκρεατικού υγρού γίνεται διαμέσου του ομώνυμου πόρου στο δωδεκαδάκτυλο πριν από την εκβολή του χοληδόχου πόρου.

3. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Βασιλόπουλος Β. Διατροφή θηλαστικών και πτηνών, Θεσσαλονίκη 1992
2. David Alderton. Cage and Aviary Bird, London 1986.
3. Σελέκος Β. Τα κυριότερα διατροφικά προβλήματα των πτηνών συντροφιάς. Ημερίδα παθολογίας και διατροφής των πτηνών συντροφιάς και της περιστέρας. Λαμία, 1999.
4. Forest and Smith. Bird Beaks: Anatomy, Care and Diseases. Pet Education. com 2005.
5. Ξενούλη Π. Φυσιολογία αγρ. Ζώων και πτηνών. Αθήνα 1983

Advertisement